Έχω

Από Βικιεπιστήμιο

Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:



Έχω (έχω, κατέχω)

Εν.: έχω
Πρτ.: είχον
Μελ.: έξω, σχήσω
Αόρ.: έσχον
Πρκ.: έσχηκα
Υπρσ.: εσχήκειν



Παράγωγα