Λεξιλόγιο/Αγγλικά/Οικονομικά

Από Βικιεπιστήμιο

<<< Λεξιλόγιο

Οικονομικά
Αγγλικά Ελληνικά
economy οικονομία
buy αγοράζω
sell πουλώ
pay πληρώνω
receipt λογαριασμός
rent νοικιάζω
sales εκπτώσεις
offers προσφορές
trade ανταλάσσω
Receipt απόδειξη
invoice τιμολόγιο
Cashier ταμείο
Wallet Πορτοφόλι
operation επιχείρηση
factory εργοστάσιο
foundation ίδρυμα
construction κατασκευή
company εταιρεία
loan δάνειο
Memorandum Μνημόνιο
Banknotes Χαρτονομήσματα
Currency Νομήσματα
Bankruptcy Χρεοκοπία
Cash Ρευστό
Dollar Δολάριο