Οριστική
Η οριστική είναι μία έγκλιση που απαντάτε σε όλους τους χρόνους της Αρχαίας αλλά και της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Υπάρχουν τέσσερα είδη οριστικής. Η απλή οριστική που δηλώνει το πραγματικό και το βέβαιο, η δυνητική οριστική που φανερώνει το δυνατό, η επαναληπτική οριστική το πιθανό, και η ευχετική οριστική που δίνεις ευχή σε κάποιον ή τον παρακαλάς.
Η απλή οριστική
[επεξεργασία]Η απλή οριστική δηλώνει, γενικά, κάτι το πραγματικό κάτι το βέβαιο, ενώ εδικά, κάτι υποκειμενικά ή αντικειμενικά πραγματικό ή κάτι πραγματικό κατά την κρίση του ομιλητή.
- Λακεδαιμόνιοι πέμπουσι πρέσβεις ἐς τὴν Κόρινθον.
- Φίλιππος δυσπολέμητός ἐστι.
- Ἐνταῦθα ἔμειναν ἡμέρας τρεῖς.
Η δυνητική οριστική
[επεξεργασία]Η δυνητική οριστική είναι οριστική ιστορικού χρόνου (παρατατικού, αορίστου, υπερσυντέλικου) μαζί με το δυνητικό μόριο ἄν. Δηλώνει το δυνατό στο παρελθόν και το αντίθετο του πραγματικού (κάτι το απραγματοποίητο). Δέχεται άρνηση οὐ και μεταφράζεται με το "θα"+παρατατικό ή υπερσυντέλικο.
- Ἐδυνάμην ἂν ἐγώ σῶσαι ὑμᾶς. (Εγώ θα μπορούσα να σας σώσω.)
- Ἐπαιδεύετο ἄν τις. (Θα μπορούσε να μορφωθεί κάποιος.)
- Ἐπορευόμεθα ἂν ἐπί βασιλέα.