Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νεοϊνδοευρωπαϊκή Μάθημα 15

Από Βικιεπιστήμιο

ΝΕΟΪΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΜΑΘΗΜΑ 15


ΜΙΑ ΤΕΧΝΗΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ


(Με βάση το σχετικό δικό μας βιβλίο (των Ιωαννίδη Κ. & Ιωαννίδου Αικ.) του 2008) --ΚώτσονΙωαν 19:46, 27 Αυγούστου 2009 (UTC)


ΜΑΘΗΜΑ 15. Μικρό νεοελληνικό - νεοϊνδοευρωπαϊκό λεξικό.


Α


άβακας, πίνακας > abak, se < ἄβαξ, -ακος, αβέβαιος > abebai, se < ἀβέβαιος, αβοήθητος < aboetet, se < ἀβοήθητ-ος, αγαθό > agat, se < ἀγαθ-όν, αγαθοεργός > agatoerg, se < ἀγαθοεργ-ός, άγαλμα > agalmat, se < ἀγάλματ-ος, αγαλματοποιός > agalmatopoi, se < ἀγαλματοποι-ός, αγανακτώ > aganakte, eg < ἀγανακτέ-ω, αγανακτώ > halepain, eg < χαλεπαίν-ω, αγαπητός > agapet, se < ἀγαπητ-οῦ, αγαπώ > agapa, eg < αγαπά-ω, Αγησίλαος > Agesilaos, se < Ἀγησίλα-ος, αγνοώ > agnoe, se < ἀγνοέ-ω, αγορά πλήθουσα > ώρα 10-12 > agor pletous, αγοράζω > agoraz, eg < ἀγοράζ-ω, αγοράζω > one, eg < ὠνέ-ομαι, αγορέυω > agoreu, eg < ἀγορεύ-ω, αγουρίδα σταφυλιού > omfak, se < ὄμφαξ, -ακος, αγριάμπελος > agriampel, se > ἀγριάμπελος, άγριος > agri, se < ἄγρι-ος, αγριοσυκιά > erine, se < ἐρινε-ός, αδειάζω > keno, eg < κενό-ω, άδενδρος > psil, se < ψιλ-ός > ἄδενδρος, αδιάλλακτος > adiallakt, se < ἀδιάλλακτος, άδικος > adik, se < ἄδικος, αδικώ > adike, eg < ἀδικέ-ω, αεροδρόμιο > aerodromi, se < ἀεροδρόμι-ον, αεροπορικός > aeroporik, se < ἀεροπορικ-ός, αεροσυνοδός > aerosunod, se < ἀεροσυνοδ-ός, Αθήνα > Atena, se < Ἀθήνα, Ἀθηνᾶ, Αθηναίος > atenai, se < Ἀθηναί-ου, άθλιος > shetli, se < σχέτλι-ος.


αθωώνω > apopsefid, eg <ἀποψηφίζομαι, άι στο διάολο > age tu i eis korakes αίσθημα > aistemat, se < αἰσθήματ-ος, αισχρός > aishr, se < αἰσχρός, αίτιος > aitiik, se < αἴτιος, αιχμαλωτίζω > zogre, eg < ζωγρέ-ω > αιχμαλωτίζω, αιώνας > aion, se < αἰώνας, ακήρυκτος > akerukt, se < ἀκήρυκτος, ακόλουθος > akolout, se < ἀκόλουθ-ος, ακολουθώ > akoloute, eg < ἀκολουθέ-ω, ακολουθώ > ep, eg < ἕπ-ομαι, ακόμη > eti < ἔτι , ακόντιο > dorat, se < δόρυ < δόρατ-ος, ακουμπώ > tigor, eg < θίγομαι < θιγ-γ-άν-ω, ακούσιος > akont, se < ἄκοντ-ος, ακούω > akou, eg < ἀκού-ω, ακράτεια > akratei, se < ἀκράτεια, ακρατής > akrates, se < ἀκρατέσ-ος, ακριβός > dapaner, se < δαπανηρ-ός, άκριτος > akrit, se < ἄκριτ-ος, αλάτι > alat, se < ἅλατ-ος, αλεύρι > aleur, se < ἄλευρον, αλήθεια > aletei, se < ἀληθεί-ας, αληθεύω > aleteu, eg < ἀληθεύ-ω, αληθινά > aletese < ἀληθής, αληθινός > ete, se < ἐτεός, αλκυόνη > alkuon, se < ἀλκυόν-ης, αλλά > ala < ἀλλά, umonon … ala ke, αλλά δεν είπα κάτι > ala eg legsa uoton, αλλά δεν ευκαιρώ > ala u shol es te eg, αλλά πού είναι; > ala pu hon es?, αλλά πώς, ω Πλάτων; > ala pos, o Platon? < ἀλλά πῶς, ὦ Πλάτων; αλλά τι με ενδιαφέρει > ala ton te eg? αλλάζω > allag, eg < ἀλλάσσω, άλλος > all, se < ἄλλ-ου, άλλος από δύο > eter, se < ἕτερ-ος, αλλού > allahu < ἀλλαχοῦ, άλογο > ipp, se < ἵππος, αλυκές > ales, se < ἁλαί.


αμαρτάνω > amart, eg < ἁμαρτ-άν-ω, αμελής > kakotemon, se < κακοθήμων, αμέσως > eutus < εὐθύς, αμέσως > amese ἀμέσ-ως, αμέσως > parautika < παραυτίκα, αμήχανα > amehane < ἀμηχάνως, αμήχανος > amehan, se < ἀμήχανος, άμμος, η > psam, se < ψάμμος, αμοιβαιότητα > amoibaiotet, se < ἀμοιβαιότητ-ος, αμυντική συμμαχία > epimahi, se < ἐπιμαχία, αμφισβητώ > amfisbete, eg < ἀμφισβητέ-ω, αν > ean, ean u < ἐάν, αν και > anke, anke u < ἄν και, ανάβαση > anabase, se < ἀναβάσε-ως > ἀνάβασις, αναβιώνω > anabio, eg < ἀναβιό-ω, αναγγέλλω > angel, eg < ἀγγέλ-j-ω, αναγκαίος > anangai, se < ἀναγκαῖ-ος, αναγκαιότατος > anangaiist, se < ἀναγκαιότατος, αναλύω > analu, eg < ἀναλύω, ανάμεσα σε > inter < inter, αναμφισβήτητος > anamfisbetet, se < ἀναμφισβήτητος, αναπαύομαι > sholaz, eg < σχολάζ-ω, αναστέλλω > anastel, eg < ἀναστέλ-j-ω, αναστολή > anastol, se < ἀναστολή, αναστρέφω > anastref, eg > ἀναστρέφ-ω, ανάταση > anatase, se < άνάτασις < -εως, ανατέλλω > anatel, eg < ἀνατέλλω, ανατολή > anatol, se < ἀνατολή, ανατρέπω > anatrep, eg > ἀνατρέπ-ω, ανατρέφω > anatref, eg < ἀνατρέφ-ω, ανατροφή > anatrof, se < ἀνατροφή, άναυδος > anaud, se < ἄναυδ-ος, αναχωρώ > anahore, eg < ἀναχωρέ-ω, ανδραγαθία > andragati, se < ἀνδραγαθί-α, ανδραγαθώ, κάνω ανδραγαθία > andragate, eg < ἀνδραγαθέ-ω, ανενδοίαστα > anendoiaste < ἀνενδοίαστα, ανενδοίαστος > anendoiast, se < ἀνενδοίαστος.


άνεση > anese, se < ἄνεση < ἀν-ί-η-μι, ανήκω > anek, eg < ἀνήκω, ανησυχώ > anesuhe, eg < ἀνησυχέ-ω, ανηφορικός > anantes, se < ἀνάντης, άνθρωπος > antrop, se < ἄνθρωπ-ος, Ανίββας > Hannibal, se < Ηannibal, ανοίκεια εισβολή > anoikei eisbol, se, άνοιξη > ear, se < ἔαρ-ος, ανοιχτή συζήτηση > anoikt suzetese, se, ανταποδίδω > antapodo, eg < ἀνταπο-δί-δω-μι, ανταπόκριση > antapokrise, se, ἀνταπόκριση, αντίθετα με > anti < ἀντί, αντιπαρατίθεμαι > eis antilogi eg erh, άντρας > andr, se < ἀνδρ-ός, ανύπαντρος > alektr, se < ἄλεκτρος, ανώτερος > anoion, se < ἄνω + ion, αξιόλογος > ellogim, se < ἐλλόγιμ-ος, αξιοποιώ > aksiopoie, eg < ἀξιοποιέ-ω, άξιος > aksi, se < ἄξιος, αξιώνω > aksi-o, eg < ἀξιόω, αξίωσα > aksiosa, eg < ἠξίωσα, απαγορεύω > apagoreu, eg < ἀπαγορεύω, απαντώ > apokrin, eg < ἀποκρίν-ομαι, απαραίτητα > epitedeies, se < ἐπιτἠδεια, απάρνηση > aparnese, se < ἀπάρνησις, απασχολώ > apashole, eg < ἀπασχολέ-ω, απατεώνας > goet, se < γόητ-ος, άπειρος > apeir, se < ἄπειρος, απέναντι στη λογοτεχνία > pros se logotehni, απεναντίας > antitete < ἀντίθετος, απέχω > apeh < ἀπέχ-ω, απληστία > aplesti, se < ἀπληστία, απλός > aplo, se < ἁπλό-ου, από κοινού, μαζί > koine < κοινῇ, από κοντά > kata podes < κατά πόδας, από παλιά > palai ke propalai < πάλαι και πρόπαλαι, από παλιά > palaioten < παλαιόθεν, από πάντα > anekaten < ἀνέκαθεν, από παντού > pantahoten < πανταχόθεν, από τις δύο μεριές > amfi < ἀμφί.


από, κίνηση από > apo < ἀπό, από, προέλευση, ύλη > ek < ἐκ, αποβαίνω, γίνομαι > apobain, eg > ἀποβαίνω, αποδίδω, επιστρέφω > apodo, eg < ἀπο-δί-δω-μι, αποδρώ > apodra, eg < ἀποδρά-ω, αποθήκη > tamiei, se < ταμιεῖον, αποκαλύπτομαι > apokaluptor, eg < ἀποκαλύπτομαι, αποκορύφωμα > apokorufomat, se < ἀποκορύφωμα, αποκτώ > apokta, eg < ἀπο-κτά-ω, απολαμβάνω > apolau, eg < ἀπολαύω, απολογούμαι > apologe, eg < ἀπολογέ-ομαι, απόλυτα > apolute, απόλυτος > apolut, se < ἀπόλυτος, απολύω > apolu, eg < ἀπολύω, αποπλέω > apople, eg < ἀποπλέ-ω, απορώ > apore, eg < ἀπορέ-ω, αποσπώ > apospa, eg < ἀποσπάω, αποτελώ > apotele, eg < ἀποτελέ-ω, αποτρέπω > apotrep, eg < ἀποτρέπ-ω, αποτρόπαιος > apotropai, se > ἀποτρόπαι-ος, αποτυχαίνω > apotuh, eg < ἀπο-τυ-γ-χ-άν-ω, απουσία > apousi, se > ἀπουσί-α, αποφασίζω > psefid, eg < ψηφίζομαι, αποφέρω > apofer, eg < ἀποφέρω, αποφεύγω > apofeug, eg > ἀποφεύγ-ω, αποψιλώνω > psilo, eg < ψιλό-ω, απροσεξία > aproseksi, se < ἀπροσεξί-α, αρακάς > orob, se < ὄροβ-ος, αργυραμοιβός > arguramoib, se < ἀργυραμοιβός, αρετή > aret, se < ἀρετή, αρθρίτιδα ποδιού > podagr, se < ποδάγρα, αρθρίτιδα χεριού > heragr, se < χεράγρα, αριθμός > aritm, se < ἀριθμ-ός, Αρισταγόρας > Aristagoras, se < Ἀρισταγόρας, Αριστοτέλης > Aristoteles, se < Ἀριστοτέλης < Ἀριστοτέλεσ-ος, αρκετά > ikane < < ἱκαν- ῶς, άρπαγας > arpag, se < ἅρπαγ-ος, αρχαίος > arhai, se < ἀρχαῖ-ος, αρχίζω > arh, eg < ἄρχω, αρχίζω > arhid, eg < ἀρχ-ῆς, ας > as < ἄς, μόριο προτρεπτικό, ασθενής > astenes, se < ἀσθενής, Ασία > Asia, se < Ἀσία. άσκηση > askese, se <ἀσκήσε-ως, ασκητισμός > asketism, se < ἀσκητισμός, ασυνήθης > aetes, se < ἀήθης < ἀήθεσ-ος, ασφάλεια > asfalei, se < ἀσφάλεια.


άσχημα > kake, kakione, kakiste < κακῶς, ασχήμια > dusmorfi, se < δυσμορφί-α, ατύχημα > atuhemat, se < ἀτύχημα, -ατος, ατυχία > atuhei, se < ἀτυχία, αυλή > aul, se < αὐλή, αυξάνω > auks, eg < αὐξάνω, αύριο > aurion < αὔριον, metaurion, htes, prohtes, αυστηρής εχεμύθειας > of auster ehemutei, αυτί > ot, se < οὖς, ὠτ-ός, αυτοί, -ές, -ά > hes, has, had, αυτοκίνητο > autokinet, se < αὐτοκίνητον, αυτοκράτορας > autokrator, se < αὐτοκράτωρ, αυτόνομος > autonom, se < αὐτόνομ-ος, αυτός, αυτή, αυτό > soto, sato, toton < οὗτος, αὕτη, τοῦτο, αυτός, -ή, -ό > he, ha, hon, αφανίζω > afanid, eg < ἀφανίδ-j-ω, αφήνω > ea, eg <ἐά-ω, αφοσίωση > afosiose, se < ἀφοσιώσε-ως, Αφροδίτη > Afrodite, se < Ἁφροδίτη, άχαρις > aharit, se < ἄχαρις < -ιτος, αχλάδι > api, se, < ἄπιον, άψυχος > apsuh, se < ἄψυχος.


B


βάθρον > batr, se < βάθρ-ον, βαλβίδα > balbid, se < βαλβίδ-α, βάλλω, ρίχνω > bal < βάλj-ω, βάρκα > lemb, se < λέμβος, βασιλεία > basilei, se < βασιλεί-α, βασιλιάς > anakt, se < ἄναξ < ἄνακτ-ος, βασιλιάς > basile, se < βασιλεύς < βασιλέ-ως, βέβαια, μόριο > ge < γε, βέβαιος > bebai < βέβαι-ος, βεβαιώνω > bebaio, eg < βεβαιό-ω, βελόνα > belon, se < βελόν-η, βέλος > beles, se < βέλεσ-ος, βήχας > beh, se < βήξ, βηχός, βιάζομαι > epeig, eg < ἐπείγ-ω, ἐπείγ-ομαι, βιαστικά > spoude < σπουδῇ, βιασύνη > spoud, se < σπουδ-ή, βιβάζω > bibaz, eg < βιβάζω, βιβλίο > bibli, se < βιβλίον, βιβλίο, το > bubl, se < ἡ βύβλ-ος, βιβλιοπώλης > bibliopol, se < βιβλιοπώλ-ης, βλάκας > blak, se < βλάξ, βλάπτω > kake eg poie < κακῶς ποιῶ, βλέπω > ora, eg < ὁρά-ω, βλοσυρός > blosur, se < βλοσυρός, βοήθεια > arog, se < ἀρωγή, Βοιωτία > Boiotia, se, βοσκός > aipol, se < αἰπόλος, βοσκός > boukol, se < βουκόλ-ος, βότσαλο > kahlek, se < κάχληξ , -ηκος, βραβείο > brabei, se < βραβεῖ-ον, βραβείο > geras, se < γέρας, τὸ, βραχιόλι > pseli, se < ψέλιον, βρέχ-ω > breh, eg, βρισιά, βλασφημία > blasfemi, se < βλασφημία, βρίσκω > eur, eg < εὑρίσκω, βρύση, πηγή > kren, se < κρήν-η.


Γ


Γαλλία > Gallia, se, γαρίδα > karid, se < καρίς < -ίδος, γάτα > gale, se < γαλῆ, ἡ, γαύρος > membrad, se < μεμβράς , -άδος, γεγονός > gegonot, se < γεγονότ-ος, γελαστός > faidr, se < φαιδρ-ός, γελοίος > geloi, se < γελοῖ-ος, γελώ > gela, eg < γελά-ω, γελώ εις βάρος σου > eg gela gelot te tu, γεμάτος > mest, se < μεστ-ός, γεμίζω > ple, eg < πί-μ-πλη-μι, γεμίζω > plero, eg < πληρόω, γένια > pogon, se < πώγων, γενναίος > gennai, se < γενναί-ου, γεννώ, παράγω > fu, eg < φύ-ω, γερμανικός > germanik, se < γερμανικ-ός, γεωγραφία > geografi, se, γεωγραφικός > geografik, se, γη > gai, se < γαία, γι' αυτό > eneka toton, για να > ina, ina u < ἵνα, για πολλούς αιώνες > epi makr aiones < ἐπί αἰῶνας μακρούς, γιαγιά > mamm, se < μάμμη, γιάλινος > ualικ, se < ὑάλεος, γιατί > ina ton < ἵνα τι, γίνομαι > gen, eg < γι-γέν-ομαι, γιορτάζω > ag eort < ἄγω ἑορτἠν, γιορταστικός > eortik, se < ἑορτή + ik, γιορτή > eort, se < ἑορτή, γιος > uie, se < υἱ-ός, γκόμενα > pallakid, se < παλλακίς, -ίδος, γλάρος > kek, se < κήξ, κηκ-ός, γλυκός > ede, se < ἡδύς < ἡδέ-ος, γλυκός > gluk, se.


γλώσσα > gloss, se < γλῶσσα, γλωσσικός > glossik, se < γλωσσικ-ός, γνησιότητα > gnesiotet, se < γνησιότητ-ος, γνησιότης, γνωρίζω > gno, eg < γι-γνώ-σκω, γνωρίζω καλά > epista, eg < ἐπίστα-μαι, γνώση > gnose, se < γνῶσις < γνώσε-ως, γόνατο > gonat, se < γόνατ-ος, γονείς > gonees, se < γονέ-ων, γουδί > igdi, se < ἰγδίον, γουδοχέρι >aletriban, se < ἀλετρίβαν-ος, γουργούρισμα > korkorug, se < κορκορυγή, γράμμα > grafmat, se < γράφ-ω + mat, γραμματική > grammatik, se, γράφομαι > grafor, eg < graf + or, γράφω > graf, eg < γράφ-ω, γρήγορα > tahee < ταχέ-ος + e, γρήγορος > oke, se < ὠκύς, -έος, γροθιά > kondul, se < κόνδυλ-ος, γρουσούζης > kakodaimon, se < κακοδαίμων, γυμνάσιο > gumnasi, se < γυμνάσι-ον, γυναίκα > gunaik, se < ἡ γυνή, γυναίκες > gunaikes, se < αἱ γυναῖκες, γύρω από > peri < περί, γωνία > goni, se.


Δ


δαγκώνω > dak, eg < δάκνω, δάκρυ > dakru, se, δασκάλα > didaskala < διδάσκαλος, ἡ, δάσκαλος > didaskal, se < διδάσκαλος, ὁ, δασμός > dasm, se δάσος από δρυς > drum, se < δρυμ-ός, δείχνω > deik, eg < δείκ-νυ-μι, δέκα > deka, δέκα τρεῖς > deka tres, Δεκέμβριος > dekembri, se < Δεκέμβρι-ος, δεν είναι για γέλια > u pros gelot < οὐ πρὸς γέλωτα, δεν είναι δίκαιο > u temid es < οὐ Θέμις ἐστί, δεν πειράζει > age tu amele! < ἀμέλει, δέρμα > hrot, se < χρώς < χρωτ-ός, δερμάτινο φόρεμα > difter, se < διφθέρ-α, δευτερόλεπτο > deuterolept, se < δευτερόλεπτον, δέχομαι > deh, eg < δέχ-ομαι, δηλαδή > egoun < ἤγουν >, δηλητήριο > delemat, se, δηλώνω> delo, eg < δηλό-ω, Δήμητρα > Demetra, se < Δημήτηρ < Δήμητρ-ος, δημόσια > demosie, δημοσιογράφος > demosiograf, se < δημοσιογράφ-ος, δημόσιος > demosi, se, διά μέσου > dia < διά + μέσον, διαβάζω > anagno, eg < ἀνα-γι-γνώ-σκ-ω, διαβατήριο > diabateri, se < διαβατήρι-ον, διαβεβαιώνω > diabebaio, eg < διαβεβαιό-ω, διαγωνίζομαι > diagonid, eg < διαγωνιδ-j-ω, διάθεση > diatese, se < διαθέσε-ως, διάθεση > tum, se < θυμ-ός, διακρίνω > diakrin, eg < διακρίν-ω, διάλειμμα > shol, se < σχολή, διαολοστέλνω > skorakid, eg < σκορακίζω, διαπαιδαγωγώ > paidagoge eg < παιδαγωγέ-ω, Δίας > Zeus, se < Ζεύς < Ζην-ός > Δίας, διασκεδάζω > anapsuh, eg > ἀναψύχ-ω, διασπώ > diaspa, eg < διασπάω, διασύρομαι > diasuror, eg < διασύρομαι, διαταγή > epitagmat, se < ἐπίταγμα, διατάζω > keleu, eg < κελεύ-ω, διατίθεμαι > diateor, eg < δια-τί-θε-μαι.


διατρέχω > diatreh, eg < διατρέχω, διαφεύγω την προσοχή > lat, eg <λα-ν-θ-άν-ω, διαφθείρω > diafteir, eg < διαφθείρ-ω, διευκρίνιση > dieukrinise, se < διευκρινίσε-ως, δίκη > dik, se < δίκ-η, δικός μας, δική μας > emetero, -a, -on, δικός σας, δική σας, δικό σας > umetero, -a, -on, δικός σου κ.ά. > teo, tea, teon < σός, σή, σόν, δικός του, δική του, δικό του> seo, sea, seon, δικός τους, δική τους κ.ά. > sfetero < σφέτερος, δίκτυο > diktu, se < δίκτυ-ον, δίνομαι > door, eg < δί-νο-μαι, δίνω > do, eg < δί-δω-μι, δίνω σήμα > seman, eg < σημαίν-ω, δίνω σήμα με πυρσό > fruktore, eg < φρυκτωρέ-ω, διορθώνω > eutrepid, eg < εὐτρεπίζω, διότι > dioti, dioti u, διότι > gar, gar u, διπλασιάζω > diplasiaz, eg < διπλασιάζ-ω, δισκοτέκ > diskotek, se, διστάζω, βαριέμαι > okne, eg < οκνέ-ω, δίχτυ ψαράδων > sagen, se < σαγήν-η, διψώ > dipse, eg < διψή-ω, διψώ πολύ > dipse, eg mega, διώκω > elaun, eg < ἐλαύνω, δόγμα > dogmat, se < δόγματ-ος, δοκιμάζω >dokimaz, eg < δοκιμάζ-ω, δόλωμα > deleat, se > δέλεαρ, δόντι > odont, se < ὀδούς < ὀδόντ-ος, δόξα > klees, se < κλέος, δοξάζομαι > doksazor, eg < δοξάζ-ομαι, δούλος > andrapod, se < ἀνδράποδ-ον, δούλος > oiket, se < οἰκέτης, δραχμή > drahm, se < δραχμ-ή, δρω > dra, eg < δρά-ω, δύναμη > duname, se < δύναμις, -εως, δύο > duo, δυσκολεύομαι > duskoleuor, eg < δυσκολεύ-ομαι, δυσφορία > dusfori, se < δυσ + φέρω, δώδεκα > deka duo, δωμάτιο κοριτσιών > partenon, se < παρθενών, δώρα > dores, se < δῶρα, τὰ, δωρεάν > dorean < δωρεάν, δώρο > dor, se, < τὸ δῶρον.


Ε


εγγόνι > engon, se < ἔγγονος, εγγόνι > kelor, se < κέλωρ < κέλορ-ος, εγκωμιάζω > enkomiaz, eg < ἐγκωμιάζω, εγώ, εμείς, αυτοί > ego, nos, hes, έδρα, θέση > edr, se < ἕδρα, εδραιώνω > edraio, eg < ἑδραιό-ω, εδώ > edo < ἐδῶ, apo edo, pros edo, εδώ > entade < ἐνθάδε, apo entade, pros entade, εθνικός > etnik, se < ἐθνικ-ός, είδηση > eidese, se < εἴδησις -εως, είκοσι > duodeka > εἴκοσι, ειλικρινής > eilikrines, se < εἰλικρινής < -έσος, είμαι άπιστος > apiste, eg < ἀπιστέ-ω, είμαι λακωνικός > lakonid, eg < λακωνίδ-j-ω, είμαι πολύ καλά > eg eh agatiste < ἔχω ἄριστα, είμαι, είσαι, είναι, είμαστε κ.ά. > es, eg < ἐσμέν, είμαστε πάτσι > in se ises nos es, είναι άραγε > hon es ara, είναι παρόν > hon pares, είναι φυσικό > eikot es, hon < εἰκός ἐστι, εισιτήριο > eisiteri, se < εἰσιτήρι-ον, είχα αποφέρει > apoferken, eg, είχα φέρει > ferken, eg, εκατό > ekaton < ἑκατόν, εκεῖ > ekei, istike, illike, εκείνος > illo, -a, -on < ille, εκείνος > isto, -a, -on < iste, εκλέγω > ekleg, eg < ἐκλέγω, εκλεκτός > eklekt, se < ἐκλεκτός, εκλογή > eklog, se < ἐκλογ-ή, εκούσιος > ekont, se < ἑκόντ-ος, έκοψα > apotemsa, eg < ἀπέτεμον, εκπαιδεύω, μορφώνω > paideu, eg < παιδεύ-ω, εκτίμηση > ektimese, se < ἐκτιμήσε-ως > εκτιμώ > ektima, eg < ἐκτιμά-ω.


εκφράζω > ekfraz, eg < ἐκφράζ-ω, έλατο > elat, se < ἐλάτη, ελαττώνομαι > elattonor, eg < ἐλαττών-ομαι, ελαφρόπετρα > kisere, se < κίσηρις, ελαφρύς > elafr, se < ἐλαφρός, έλεγα > feba, eg < ἔφην ελεύθερα > eleutere < ἐλεύθερα, ελεύθερος > eleuter, se < ἐλεύθερος, ελιά > elai, se < ἐλαία, ελληνικός > ellenik, se < ἑλληνικ-οῦ, ελπίζω > elpid, eg < ἐλπίδ-j-ω, εμείς οι μεταγενέστεροι > nos se epomen, έμμονος > enmon, se > ἔμμον-ος εμός, δικός μου > mo, ma, mon < ἐμός, -ή, -όν, έμπειρος > daemon, se < δαήμον-ος, έμπειρος > idri, se < ἴδρις, ἴδρι-ος, εμπιστοσύνη > enpistosun, se < ἐμπιστοσύνη, έμπλαστρο > kutmid, se < κυτμίς, -ίδος, εμποδίζω > kolu, eg < κωλύ-ω, εμπορεύομαι > enporeu, eg > ἐμπορεύ-ομαι, εμπόριο > enpori, se < ἐμπόρι-ον, έμπορος > enpor, se > ἔμπορος, εμφανής > enfanes, se > ἐμφανής < -έσος, εμφύλιος > enfuli, se < ἐμφύλι-ος, έμφυτος > enfut, se < ἔμφυτος, εν Νικαία Αττικής > in Nikaia of Attik, ένα > en < ἕν, ενάντια σε > kontra < contra, ένας, μία, ένα > ene, ένδυμα > imati, se < ἱμάτι-ον, ενθαρρύνω > entarrun, eg < ἐνθαρρύν-ω, εννιά > ennea < ἐννέα, έντεκα > deka en < ἕνδεκα, εντελώς > komide < κομιδῇ, εντελώς > pampan < πάμπαν, εντελώς > pantapasin < παντάπασιν, έντυπο > entup, se < έντυπον, ενώ > eno < ἐν ᾧ, ενώπιον των θεών > pro se tees.


ένωση > enose, se < ἕνωσις < -εως, εξαιρετικός > ekairet, se < ἐξαίρετ-ος, εξαιτίας > eneka < ἕνεκα, εξαντλώ > ekantle, eg < ἐξαντλέω, εξάπτομαι > eκaptor, eg < ἐξάπτ-ομαι, έξαρση και ευλάβεια > ekarse ke eublabei, se, εξαρτώμαι < ekartaor, eg < ἐξαρτά-ω, εξηγώ > ekege, eg < ἐξηγώ < ἐξηγέ-ω, έξι> eks < ἕξ, εξορία > uperori, se < ὑπερορί-α, εξορίζομαι > ekpes, eg < ἐκπίπτω < ἔ-πεσ-ον, έξυπνος > ekupn, se < ἔξυπνος, επαινούμαι > eu akou, eg < εὖ ἀκούω, επαινώ > epaine, eg < ἐπαινέ-ω, επαναφέρω > epanag, eg < ἐπανάγω, επαναφέρω από εξορία > katag, eg < κατάγ-ω, επερωτώ > eperota, eg < ἐπερωτά-ω, επηρεάζω > epereaz, eg < ἐπηρεάζ-ω, επιβαίνω > epibain, eg < ἐπιβαίν-ω, επίγνωση > epignose, se < ἐπίγνωσις, επιδεικνύω > epideik, eg < ἐπιδείκνυμι, επιζητώ > epizete, eg < ἐπιζητέ-ω, επίθεση > epitese, se < ἐπίθεσις, -εως, επιθυμία, λαχτάρα > imer, se < ἴμερ-ος, επιθυμώ > oreg, eg < ὀρέγ-ομαι, επίκουρος > epikour, se < ἐπίκουρος, επιμελής > epimeles, se < ἐπιμελέσ-ος, επιμελητής > epimelet, se > ἐπιμελητ-ής, επιμελούμαι > epimele, eg > ἐπιμελέ-ομαι, επιμένω > epimen, eg < ἐπιμένω, επιμύθιο > epimuti, se > ἐπιμύθι-ον, επιπίπτω > epipes, eg < ἐπιπίπτω, ἐπέ-πεσ-ον, έπιπλα > epiples, se < ἔπιπλα, επιπόλαιος > epipolai, se < ἐπιπόλαι-ος, επιρρίπτω > epirip, eg < ἐπιρρίπ-τ-ω, επίσης > epises < ἐπίσης, επισίτιση > episitise, se, < ἐπισιτίσε-ως, επισκέπτης > episkept, se < ἐπι-σκοπέω, επισκευάζω > episkeuaz, eg < ἐπισκευάζ-ω, επίσκοπος > episkop, se < ἐπίσκοπος, επιστήμη > epistem, se < ἐπιστήμ-η, επιστημονικές κατακτήσεις > epistemonik kataktesees.


επιστρέφω από εξορία > katerh, eg < κατέρχομαι, επιστρέφω στην πατρίδα > aponoste, eg < ἀπονοστέ-ω, επιτρέπεται > hon ekes, επιτρέπω > epitrep, eg < ἐπιτρέπω, επιφάνεια > epipol, se < ἐπιπολή, επιφάνεια της θάλασσας > tenar, se < θέναρ, -ος, επιχειρώ > epiheire, eg < ἐπιχειρέ-ω, επόμενος > epomen, se < ἑπόμενος, επομένως > epomene < ἑπομένως, έπρεπε > deba, hon < ἔδει, επτά > epta < ἑπτά, εργάζομαι > ergaz, eg < ἐργάζ-ομαι, εργαστήριο > ergasteri, se < ἐργαστήρι-ον, εργάτης > ergat, se < ἐργάτ-ης, εργάτρια > ergata, se < ἐργάτρια, έργο > erg, se < ἔργον, ερμαφρόδιτος > androtule, se < ἀνδρόθηλυς, Ερμής > Ermes < Ἑρμέ-ας, ἱερός > ier, se, έρχ-ομαι > erh, eg < ἔρχ-ομαι, έρωτας > erot, se < ἔρως < ἔρωτ-ος, ερωτικό στοιχείο > erotik stoihei, se, εστιατόριο > estiatori, se < ἑστιατόριο, εσύ, εσείς > tu, vos, ετοιμόγεννη > epitek, se < ἔπιτεξ, έτος > eniaut, se < ἐνιαυτός, έτσι > outos < οὕτως, ευαισθησία > euaistesi, se < εὐαισθησία, ευεργέτης > euerget, se < εὐεργέτης, ευεργετικά > euergetike, ευεργετικός > euergetik, se < εὐεργετικός, ευεργετώ > eu poie, eg < εὖ ποιέ-ω.


εύθραυστος > psatur, se < ψαθυρ-ός, ευθύς > itu, se < ιθύς , -ύος, εύκολος > raidi, se < ῥᾲδι-ος, εύλογα > eikote < εἰκότως, εύνοια > eunoi, se < εὔνοια, ευνοϊκός > eumenes, se < εὐμενής, ευνοϊκός > euno, se > εὔνους, ευνοώ > eunoe, eg < εὐνοέ-ω, ευπρέπεια > euprepei, se < εὐπρέπεια, ευρωπαϊκός > europaik, se < εὐρωπαϊκ-ός, εύσπλαχνος > ile, se < ἵλε-ως, ευτύχημα, τὸ > eutehemat, se < εὐτύχημα, τὸ, ευτυχία > eutehi, se < εὐτυχία, ευφυία > aghinoi, se < ἀγχίνοια, ευχαριστιέμαι > edor, eg < ἥδ-ομαι, ευχαριστώ > euharist, eg < εὐχαριστῶ, εφαρμόζω > armog, eg < ἁρμόττω, έφερα > fersa, eg < ἔφερα, έφερνα διαρκῶς > ferbin, eg > ἔφερον διαρκῶς > ferba, eg > ἔφερον, εφευρίσκω > epinoe, eg < ἐπινοέ-ω, εφημερίδα > efemerid, se < ἐφημερίς, -ίδος, έφοδος > efod, se < ἔφοδος, έχε θάρρος > age tu tarse < θάρσει, εχθρός > ehtr, se < ἐχθρός, έχουμε άραγε > nos eh ara, έχω αποπλεύσει > apopleka, eg < ἀποπέπλευκα, έχω ζητήσει > zeteka, eg < ἐζήτηκα, έχω κατηγορήσει > aitiaka, eg < ᾐτίακα, έχω κεφαλόπονο > karebare, eg < καρηβαρέ-ω, έχω προδώσει > prodoka, eg < προ-δέ-δω-κα, έχω φέρει > ferka, eg, έχω, έχεις, έχει, έχουμε κ.ά. > eh, eg < ἔχω.


Ζ


ζαλίζομαι > ilingia, eg < ἰλιγγιά-ω, ζενίθ > akme of se eb < ἀκμή ἥβης, ζηλωτής > zelot, se < ζηλωτής, ζημία > zemi, se, ζημιώνω > zemio, eg < ζημιό-ω, ζήτησα > zetesa, eg < ἐζήτησα, ζητούσα < zeteba, eg < ἐζήτουν, ζητώ > zete, eg < ζητέ-ω, ζω > eg ag se bi, ζω ειρηνικά > ag eiren, eg < ἄγω εἰρήνην, ζωή > bi, se < βί-ος, ζωή > zoe, se, bi, se < ζωή, βίος, ζώνη >zon, se, ζώο > zo, se < ζῶον.


Η


ή, είτε > ei, eite … eite < ἤ, εἴτε… εἴτε, ηλικία > eliki, se < ἡλικί-α, ημέρα > emer, se < ἡμέρα, ημίθεος >emite, se < ἡμίθε-ος, Ήρα > Era, se < Ἥρα, ηρέμησε > age tu erema < ἔχε ἠρέμα, ήσυχος > esuh, se < ἥσυχ-ος, ηχώ > ehe, eg < ἠχέω.


Θ


θα (δυνητικό μόριο) > ken < κέν, θα έχω φέρει > ferko, eg, θα ζητήσω > zeteso, eg < ζητήσω, θα λέγω > frazso, eg < φράσω (μέλλ.), θα πρέπει > deso, hon < δεήσει, θα φέρω διαρκώς > fersin, eg, θα φέρω, μέλλοντας > ferso, eg, θάλασσα > talass, se, θανάσιμο > tanasim, se, θανατηφόρος > tanatefor, se, θάνατος > tanat, se, θανατώνω > tanato, eg < θανατό-ω, θάπτω > tap, eg < θάπ-τ-ω, θαρραλέα έκφραση γνώμης > panresi, se < παρρησία, θαυμαστός > agast, se <ἀγαστ-ός, θαυμαστός > taumast, se, θέατρο > teatr, se < θεάτρ-ου, θείος > tei, se < θεῖος, θέλω > boul < βούλ-ομαι, θεραπεύω > akeo, eg < ἀκέ-ομαι, θεωρώ > teore, eg < θεωρέ-ω, Θηβαῖοι > tebai, se, θήκη > elutr, se < ἔλυτρον, θήκη > kole, se < κολε-ός, θηρίο > knodal, se < κνώδαλ-ον, θησαυρός > tesaur, se, θνητός > tnet, se < θνητ-ός, θορυβώ > torube, eg < θορυβέ-ω, θρησκεία > treskei, se, θύμα > tumat, se < θῦμα <θύματ-ος, θυρωρός, η > sekida, se < σηκίς,-ίδος, θυρωρός, ο > sekid, se < σηκίς, -ίδος, ἡ, θυσιάζω > tu, eg < θύ-ω.


Ι


Ιάσονας > Iason, se < Ἰάσον-ος, ίδιος > idi, se < ἴδιος, ιδιωτικός > idiotik, se, ιδρώτας > idrot, se < ἱδρῶτ-ος, ικανοποίηση> ikanopoiese, se < ἱκανοποίησις < -εως, ιλαρός > ilar, se < ἱλαρός, ίλιγγος > iling, se < ἴλιγγ-ος, ιππέας > ippe, se < ἱππέ-ως, ιπποκόμος > ippokom, se, ιστορικός > istorik, se.



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ Νεοϊνδοευρωπαϊκή Μάθημα 15 Συνέχεια